26 Μαΐου 2015

«Άλλους για του νόμπιλ», του Δημήτρη Βούρκα


Σήμιρα του μισ΄μέρ΄ πήρα καμιάφρα ‘ν απόφασ΄ να πααίνου μια τρανή βόλτα. Η γιατρίνα μ΄ είπιν να πιρπατώ πουλύ κι να γυμνάζουμι, γιατί μι βρήκιν, λέει, ψίχα παραπάν’ ζάχαρ΄ στου γαίμα.

- Έμ, τόσις μαρμιλάδις κι τόσα γλυκά απ’ πραχαλνάς, τί καρτιρούσις; μι λέει η γυναίκα μ’. Καμιά προυκουπή; Πέντι-πέντι τς πραχαλνάς τς ζ΄ματσ’τοί! Γι’ αυτά κι γι’ αυτά πήρα κι ιγώ ‘ν απόφασ΄.



Κίν’τσα απ’ του Μισουκουμείου κι σιγά-σιγά πήγα πίσου απου ‘ν παλιά τ’ Νουμαρχία κι του καμένου του δικαστήριου κι έφτασα σν Αγιάννα. Σέφκα μέσα, άναψα ένα κιρί να μι φλάγ΄ κι κατηφόρσα για ‘ν Τσιάμπρα. Απτικεί κατέφκα στου Λάκκου κι έφτασα σην παλιά τ’ γειτουνιά μ’, του Κιρμαριό.
































Μπορείτε να κατεβάσετε το παραπάνω κείμενο, μαζί με τα υπόλοιπα κείμενα του Δ. Βούρκα πατώντας ΚΛΙΚ ΕΔΩ.